Έντομα που προσβάλλουν την καστανιά

1236pammenefascianacf.450x0Pammene fasciana L.
(Ρ. juliana)
Οικογένεια Tortricidae

Ενήλικο
ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ
Ακμαίο: Έχει άνοιγμα πτερύγων 15-18 mm, και χρώμα καστανόξανθο. Οι πρόσθιες πτέρυγες είναι στο βασικό μέρος τους τεφρές μολυβί, με εγκάρσιες γραμμές τεφρές, πιο σκοτεινές. Στη μέση και προς την οπίσθια παρυφή των πτερύγων υπάρχει μία σχετικά μεγάλη υπόλευκη κηλίδα. Όταν το έντομο έχει τις πτέρυγες κλειστές, Οι υπόλευκες κηλίδες των δύο πτερύγων δημιουργούν μία μεγάλη, σχεδόν κυκλική, στη μέση των νώτων. Το speculum είναι χαρακτηριστικό και έχει 2 πλευρικές ταινίες τεφρές που πλαισιώνουν μια περιοχή καστανωπή με 4 μαύρες μικρές γραμμές και στη συνέχειά του πρός τη βάση της πτέρυγας υπάρχουν 3 μαύρες μικρές κηλίδες. Κατά μήκος της πρόσθιας παρυφής υπάρχουν πολικές σκοτεινόχρωμες κηλίδες σε σχήμα κόμματος, που χωρίζονται μεταξύ τους από ανοιχτόχρωμα διαστήματα. Οι οπίσθιες πτέρυγες είναι τεφροκάστανες (Bovey 1966, Baggiolini 1967). Διακρίνεται από το Laspeyresia splendana από τον πιο έντονο χρωματισμό του και τα σχέδια των πρόσθιων πτερύγων.

Αυγό: Υπόλευκο, ελλειψοειδές, σχεδόν κυκλικό σε κάτοψη, σε σχήμα επιπεδό κυρτου φακού.

Προνύμφη :Έχει χρώμα στην αρχή υπόλευκο ή ρόδινο και στη συνέχεια ανοιχτοκάστανο φουντουκιού, με την κεφαλή, την προθωρακική πλάκα και το πυγαίο χτένι καστανά. Η νεαρή έχει μήκος 1,5-2 mm και η πλήρως αναπτυγμένη

10-13mm (Bovey 1966, Baggiolini 1967).
ΞΕΝΙΣΤΕΣ
Κυρίως καστανιά. Μπορεί όμως να αναπτυχθεί η προνύμφη και σε βελανίδια και σε καρπούς σφενδάμου (Bovey 1966).
ΒΙΟΛΟΓΙΑ
Έχει μία γενεά το έτος. Κατά τον Baggiolini (1967), διαχειμάζει ως αναπτυγμένη προνύμφη, σε βομβύκιο, σε προστατευμένες θέσεις του φλοιού των φυτών-ξενιστών. Στη νότια Ελβετία, βόρεια Ιταλία και Ισπανία, η ενηλικίωση γίνεται τον Ιούνιο-Ιούλιο. Το θηλυκό τοποθετεί τα αυγά του στην άνω επιφάνεια των φύλλων. Η νεαρή προνύμφη μετακινείται προς τους νεαρούς καρπούς (κύπελλα) στη βάση των οποίων ανοίγει μία οπή και μπαίνει μέσα, όπου τρώει τα νεαρά κάστανα.
Η παρουσία της προνύμφης προδίδεται από τα αποχωρήματα της που βγάζει προς τα έξω ενωμένα με μετάξινα νήματα. Η προνύμφη συμπληρώνει την ανάπτυξή της σε 40 περίπου μέρες στην νότια Ελβετία, οπότε εγκαταλείπει το κύπελλο και υφαίνει σε προστατευμένη θέση του φλοιού της καστανιάς το βομβύκιο όπου θα διαπαύσει, για να νυμφωθεί τα τέλη της επόμενης άνοιξης ή το θέρος. Σε αντίθεση με το Laspeyresia splendana που συνήθως προσβάλλει ένα κάστανο σε κάθε κύπελλο, ή προνύμφη του Ρ. fasciana προσβάλλει όλα τα κάστανα ενός κυπέλλου. Τα προσβεβλημένα κύπελλα πέφτουν νωρίς τον Ιούλιο και Αύγουστο.
ΖΗΜΙΕΣ
Η ζημιά συνεπώς περνά απαρατήρητη, αν και μπορεί να είναι αξιόλογη. Στις περιοχές Πηλ^υ και Κισσάβου ο Ι Δ. Ιωαννίδης (προσωπική ανακοίνωση) διαπίστωσε ότι οι ζημιές σε κάστανα από το είδος αυτό ήταν σοβαρότερες από εκείνες που προκάλεσαν τα άλλα δύο συγγενή του είδη, Laspeyresia fagiglandana και L. splendana. Στοιχεία για τη βιολογία και καταπολέμηση του εντόμου αυτού στην Ισπανία δίνουν οι Mansilla and Salinero (1993).

ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
Όπως και των άλλων Λεπιδοπτέρων που προσβάλλουν τα κάστανα, η καταπολέμηση, του Ρ. fasciana με χημικά μέσα είναι δύσκολη. Στη νότια Ελβετία, όταν η επέμβαση είναι δυνατή και αναγκαία, συνιστούν 2 επεμβάσεις με εντομοκτόνα τον Ιούνιο και Ιούλιο. Οι επεμβάσεις αυτές απέχουν μεταξύ τους 15¬20 μέρες και γίνονται με βάση τον αριθμό των συλλαμβανόμενων ενήλικων σε φερομονικές παγίδες. Κατάλληλα εντομοκτόνα είναι αυτά που χρησιμοποιούνται εναντίον της καρπόκαψας των μήλων και των άλλων Tortricidae.

Laspeyresia fagiglandana (Zeller)
(Cydiα grossαnα) κν. καρπόκαψα των καστάνων Οικογένεια :Tortricidae

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ
Ακμαίο : Μοιάζει με τον ανοιχτόχρωμο τύπο του Lαspeyresiα splendana, αλλά διακρίνεται από τον χρωματισμό των πτερύγων, το μικρότερο μέγεθός του, την απουσία μικρών δοντιών στον φαλλό και από την αφθονία γαμψών τριχών στους λοβούς του ωοθέτη.

ΞΕΝΙΣΤΕΣ
Κυρίως η δασική οξιά Fαgus siluatica και η αριά Quercus ilex. Αναφέρεται η παρουσία του και σε καρπούς άλλων ειδών Quercus, και σε κάστανα και φουντούκια.

ΒΙΟΛΟΓΙΑ-ΖΗΜΙΕΣ
Φαίνεται ότι έχει μια γενεά το έτος. Η προνύμφη αναπτύσσεται Αύγουστο- Σεπτέμβριο μέσα στους καρπούς της οξυάς. Κατά τον Δ. !ωαννίδη (προσωπική ανακοίνωση), στους καστανεώνες του Πηλίου και Κισσάβου, η περίοδος παρουσίας και σύλληψης ενηλίκων σε παγίδες διαρκεί από αρχές ^υλ^υ ως μέσα Σεπτεμβρίου, με μέγιστο συλλήψεων στις 10-15 Αυγούστου. Η συλλογή των καστάνων στις περιοχές αυτές αρχίζει περίπου τα μέσα Σεπτεμβρίου. Στην Ελλάδα

ο Ιωαννίδης διαπίστωσε κατά τη δεκαετία 1969-1979, σε διάφορες περιοχές (Πήλιο, Κίσσαβο κ.α.), σοβαρή προσβολή των καστάνων από το έντομο αυτό. Στις περιοχές Πηλίου και Κισσάβου οι ζημιές στα κάστανα ήταν πολύ μεγαλύτερες από του L. splendana, αλλά μικρότερες από του Pammene fasciana.
ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
Όπως το Laspeyresia splendana.

Laspeyresia splendana(Hubner)
(Carpocapsa splendana, Cydia splendana) κν. κaρπόκaψa των κaστάνων, σκουλήκι των κaστάνων ΟικογένειαιΤοΓίΓίοϊϋβθ

Αρσενικό και θηλυκό Laspeyresia splendana

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ
Ακμαίο: Έχει άνοιγμα πτερύγων 13-19 mm. Το μέγεθός του ποικίλλει με τον ξενιστή. Έχει διαπιστωθεί ότι άτομα που αναπτύχθηκαν σε κάστανα είναι κατά κανόνα σαφώς μεγαλύτερα από άτομα που αναπτύχθηκαν σε βαλάνους δρυός και ιδίως της Quercus ilex. Ως προς το σχήμα γενικά και τη μορφή και κηλίδωση των πρόσθιων πτερύγων μοιάζει με το συγγενές του Cydia pomonella. Δηλαδή, στην τυπική μορφή, που την ονομάζουν και ανοιχτόχρωμη, το βασικό 1/3 περίπου των πρόσθιων πτερύγων είναι πιο σκοτεινό, το μεσαίο ανοιχτότερο και το ακραίο σκοτεινότερο με τη χαρακτηριστική κηλίδα (speculum) κοντά στην πυγαία γωνία τους).
Διαφέρει όμως ως προς το ότι στις γενικά τεφρές ή τεφροκάστανες πτέρυγες:
1) το σκοτεινότερο βασικό τους μέρος-καταλήγει σε μύτη προς τη μέση της πτέρυγας,
2) το μεσαίο ανοιχτότερο μέρος σχηματίζει γωνία, όπως περίπου ο αριθμός 7 (στη δεξιά πτέρυγα),
3) το speculum πλαισιώνεται από δύο αργυρόχρωμες ζώνες και περιέχει 5 μαύρες γραμμές και
4) στην παρυφή της πρόσθιας πλευράς (costa) ΟΙ γραμμές σε σχήμα κόμματος είναι εμφανείς.
Οι οπίσθιες πτέρυγες είναι καστανές ή ανοιχτοκάστανες με τους κροσσούς ανοιχτόχρωμους. Στη λεγόμενη σκοτεινόχρωμη μορφή που είχε περιγραφεί και ως ιδιαίτερο είδoς (L. reaumurana), ΟΙ πρόσθιες πτέρυγες είναι ομοιόμορφα σκοτεινοκάστανες, χωρίς το βασικό τους μέρος να διαφέρει σαφώς από τα άλλα, Οι δε γραμμές σε σχήμα κόμματος στην πρόσθια παρυφή είναι ευδιάκριτες σ’ όλο το μήκος της, όπως ευδιάκριτο είναι και το speculum (Bovey 1966).
Προνύμφη: Η πλήρως αναπτυγμένη έχει μήκος 15 mm. Είναι υπόλευκη ή ρόδινη, με την κεφαλή και την προθωρακική πλάκα ερυθροκάστανες ανοιχτές.

ΕΞΑΠΛΩΣΗ ΚΑΙ ΦΥΤΑ ΞΕΝΙΣΤΕΣ
Είναι είδος ολιγοφάγο. Η προνύμφη του προσβάλλει μόνο κάστανα και βαλάνους όλων των ειδών δρυός. Πέρα από το βόρειο όριο εξάλωσης της καστανιάς, προσβάλλει μόνο δρυς.

ΒΙΟΛΟΓΙΑ
Έχει μία γενεά το έτος στην Ελλάδα, τη Γαλλία, την Ελβετία και γενικά σ’ όλη τη ζώνη εξάπλωσής του. Στη Γαλλία και Ελβετία όπου η βιολογία του μελετήθηκε αρκετά, διαχειμάζει ως αναπτυγμένη προνύμφη στο έδαφος, σε σxετικά μικρό βάθος, σε βομβύκιο. Στην επιφάνεια του βομβυκίου είναι προσκολλημένοι κόκκοι εδάφους που κάνουν δύσκολη τη διάκρισή του από το γύρω έδαφος. Νυμφώνεται τον Ιούλιο και ενηλικιώνεται σε 20-30 ημέρες, δηλαδή κυρίως τον Αύγουστο. Η πτήση (περίοδος δραστηριότητας και παρουσίας) των ενηλίκων διαρκεί 1,5 μήνα περίπου στην νότια Ελβετία, όπου το μέγιστο του πληθυσμού τους παρατηρείται μέσα Αυγούστου με μέσα Σεπτεμβρίου. Τα κάστανα έχουν ήδη σχηματιστεί μέσα στα κύπελλα και έχουν τότε διάμετρο 2-3 cm. Το θηλυκό συζευγνύεται και αρχίζει να ωοτοκεί από τις πρώτες μέρες της ενήλικης ζωής του. Η περίοδος ωοτοκίας κάθε θηλυκού διαρκεί 10 περίπου μέρες. Γεννά κατ’ άλλους συγγραφείς 40-50 και κατ’ άλλους 150 κατά μέσον όρο αυγά.
Τοποθετεί τα αυγά του μεμονωμένα στην άνω ή την κάτω επιφάνεια φύλλων που βρίσκονται κοντά σε καρπούς και συνήθως κοντά σε κάποιο νεύρο του φύλλου. Η επώαση διαρκεί 1-2 εβδομάδες. Η νεαρή προνύμφη περιφέρεται στο φύλλωμα χωρίς να φάει, ώσπου να συναντήσει έναν κατάλληλο καρπό και να μπει μέσα. Συνήθως μπαίνει ανοίγοντας οπή στο βασικό μέρος του κυπέλλου. Στη συνέχεια διασχίζει το περικάρπιο στο μέρος της λεγόμενης ουλής, και αφού διανοίξει στοά μήκους 3-5 mm, μπαίνει σε ένα σπόρο όπου αναπτύσσεται σε βάρος των κοτυληδόνων. Τα κοκκώδη αποχωρήματα της συσσωρεύονται στη στοά πίσω της μέσα στο κάστανο. Η ανάπτυξη της προνύμφης διαρκεί περίπου ένα μήνα. Κατά τον Αναγνωστόπουλο (1939) στην Ελλάδα o! προνύμφες αναπτύσσονται στα κάστανα ή στα βαλανιδιά Αύγουστο ως Οκτώβριο. Αν και μπορεί να μπουν περισσότερες από μια νεαρές προνύμφες σε ένα κάστανο, συνήθως μόνο μια και πολύ σπάνια δύο αναπτύσσονται κανονικά. Αυτό oφείλεται πιθανότατα σε κανιβαλισμό. Μπορεί όμως να συνυπάρχoυν στο ίδιο κάστανο μια αναπτυγμένη προνύμφη του L. splendana και μια ή δύο του Curculio elephas. Η προνύμφη όταν συμπληρώσει την ανάπτυξή της εγκαταλείπει το κάστανο, ανοίγοντας μια σχετικά μικρή οπή 1,5 mm από την οποία με αρκετή προσπάθεια θα περάσει το διπλάσιας διαμέτρου σώμα της. Τα προσβεβλημένα κάστανα συνήθως πέφτουν πρόωρα πριν η προνύμφη συμπληρώσει την ανάπτυξή της. Τότε, αν της δοθεί ο χρόνος, θα συμπληρώσει την ανάπτυξή της στο πεσμένο κάστανο και στη συνέχεια θα μπει στο έδαφος.

ΖΗΜΙΕΣ
Το L. splendana είναι σοβαρός εχθρός των καστάνων σε πολλές χώρες. Τα προσβεβλημένα (σκουληκιασμένα) κάστανα είναι ελαφρότερα των άλλων, συχνά ζαρωμένα στο δίσκο και πολλά έχουν εμφανή την οπή εξόδου της προνύμφης. Γενικά, είναι ακατάλληλα για βρώση και για την αγορά.

ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
Η φύση των καστανεώνων και καστανοδασών δυσκολεύει, γενικά, την καταπολέμηση των ζωικών εχθρών των κάστανων. Τα μέτρα εναντίον του L. splendana είναι συνήθως καλλιεργητικά, αν και σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις μπορεί να εφαρμοστούν και χημικά. Συνιστάται έγκαιρη συλλογή και καταστροφή με κάψιμο ή χορήγηση σε χοίρους ή άλλα ζώα των προσβεβλημένων κάστανων που πέφτουν πρόωρα και όσων διαχωρίζονται ως προσβεβλημένα κατά την περίοδο της συγκομιδής.
Συνιστάται επίσης, κατά τη συγκομιδή, να μην μένουν τα κάστανα σε σωρούς στο έδαφος, αλλά να μεταφέρονται αμέσως σε ειδικούς χώρους ή σε λάκκους με στεγανά τοιχώματα απ’ όπου δεν μπορούν να διαφύγουν oι προνύμφες, τις οποίες στη συνέχεια σκοτώνομε με κάποιο τρόπο. Σε χαμηλά ή μέτριου μεγέθους δέντρα (5-6 m ύψους) αποδείχτηκε ικανοποιητική η χρήση εντομοκτόνων. Η εποχή επεμβάσεων καθορίζεται με βάση την παρακολούθηση εξόδου των ενηλίκων από το έδαφος.
ΟΙ ψεκασμοί στοχεύουν στη θανάτωσή τους προτού γεννήσουν τα περισσότερα αυγά τους. Ήδη διατίθενται στο εμπόριο ελκυστικές φερομόνες φύλου των L. splendana καΙ L. fagiglandana. Δοκιμάστηκαν πρόσφατα στην Ιταλία για παρακολούθηση του ενήλικου πληθυσμού, αλλά και για καταπολέμησή τους με τη μέθοδο παρεμπόδισης της σύζευξης. Τα αποτελέσματα ήταν ενθαρρυντικά (Angeli et al. 1997)

Ectomyelois ceratoniae (Zeller)
(Spectrobates ceratoniae, Myelois ceratoniae) κν. σκουλήκι των χαρουπιών Οικογένεια Pyralidae

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ
Ακμαίο: Έχει μήκος 8-10 και άνοιγμα πτερύγων 20-28 mm. Το σώμα είναι στα νώτα σκοτεινότεφρο και στην κοιλιακή επιφάνεια αργυρόχρωμο. ΟΙ πρόσθιες πτέρυγες είναι αργυρότεφρες και έχουν δύο εγκάρσιες ανοιχτόχρωμες ταινίες με σκοτεινές παρυφές. Η προς τη βάση της πτέρυγας ανοιχτόχρωμη ταινία είναι οδοντωτή και λίγο λοξή, ενώ η προς την κορυφή της πτέρυγας είναι συνήθως πριονωτή. Οι οπίσθιες πτέρυγες είναι ανοιχτότεφρες, με τα νεύρα και την πυγαία γωνία σκοτεινότερα (Ισαακίδης1936, Avidov and Harpaz 1969).

Προνύμφη: Είναι ρόδινη ή ανοιχτορόδινη με κεφαλή και προθωρακική πλάκα καστανές. Στα νώτα έχει μικρά καστανά τριχοφόρα φύματα. Τελικό μήκος 18 mm.
Χρυσαλλίδα: Καστανή, διαστάσεων περίπου 10 x 3 mm, μέσα σε ανοιχτότεφρο βομβύκιο.
ΕΞΑΠΛΩΣΗ ΚΑΙ ΦΥΤΑ ΞΕΝΙΣΤΕΣ
Είναι πολυφάγο. Προσβάλλει χαρούπια, καρπούς εσπεριδοειδών, αμύγδαλα, κυδώνια, ξερές οπώρες και άλλους ξερούς καρπούς, τόσο στο ύπαιθρο, όσο και στην αποθήκη.

ΒΙΟΛΟΓΙΑ
Έχει συνήθως 4 γενεές το έτος και κατ’ εξαίρεση 5. Διαχειμάζει ως προνύμφη μέσα στους προσβεβλημένους καρπούς. Η προνύμφη συνεχίζει την ανάπτυξή της και νυμφώνεται την άνοιξη. Στο Ισραήλ, οι προνύμφες της 1ης εαρινής γενεάς αναπτύσσονται κυρίως στους λοβούς του Acacia farnesiana Willd., σε απαλό κέλυφα αμύγδαλα προσβεβλημένα από τον μύκητα Colletotrichum gloeosporioides Penz. και λιγότερο σε νεαρά χαρούπια (Avidov and Harpaz 1969, Gothilf 1984). ΟΙ επόμενες γενεές αναπτύσσονται κυρίως σε χαρούπια, σε αμύγδαλα των οποίων το μεσοκάρπιο έχει αρχίσει να σχίζεται και σε καρπούς εσπεριδοειδών, κυρίως δε γκρέϊπφρουτ.

Η νεαρή προνύμφη δεν μπορεί να μπει σε νεαρά ή ώριμα χαρούπια παρά μόνο αν έχουν ρωγμές ή τραύματα από διάφορα αίτια όπως προσβολές μυκήτων ή εντόμων όπως Asphondulia spp. Τα αυγά τοποθετούνται κυρίως σε τέτοιους τραυματισμένους ή προσβεβλημένους καρπούς και μάλιστα στις ρωγμές τους. Η προνύμφη μπαίνει στα χαρούπια όπου τρώει τη σάρκα του λοβού (καρπόφυλλο) χωρίς να θίγει τους σπόρους. Η διάβρωση συνεχίζεται στην αποθήκη, όπου η προσβολή μπορεί να επεκταθεί και σε αλεσμένα χαρούπια, χαρουποπλακούντα και άλλους αποθηκευμένους καρπούς. Στα αμύγδαλα, ιδίως τα απαλό κέλυφα, η προσβολή αρχίζει λίγο πριν από τη συγκομιδή, όταν το μεσοκάρπιο σχίζεται. Η προσβολή συνεχίζεται μετά τη συγκομιδή σε καρπούς που μένουν στα δένδρα. Η προνύμφη τρώει το μεσοκάρπιο, αλλά μπορεί να μπεί και να φάει και τον σπόρο.

ΖΗΜΙΕΣ
Η ζημιά σε αμύγδαλα στη χώρα μας δεν είναι σοβαρή. Στα εσπεριδοειδή και κυρίως στα γκρέϊπφρουτ η νεαρή προνύμφη μπαίνει στον καρπό από σημείο κοντά στη βάση του που σκεπάζεται από τον κάλυκα και ορύσσει στοά προς το κέντρο του καρπού. Καμιά φορά μπαίνει και από τα πλάγια, στο σημείο επαφής δύο καρπών. Συχνά βγαίνει κόμμι από την οπή εισόδου της προνύμφης, που μπορεί και να αποτρέψει ή και να σκοτώσει την προνύμφη. Προσβεβλημένα γκρέϊπφρουτ ωριμάζουν και κιτρινίζουν νωρίτερα από τα υγιή και τελικά πέφτουν πρόωρα.
Καρποί που έχουν ψευδόκοκκο φαίνεται ότι ελκύουν το θηλυκό εξαιτίας Των μελιτωδών αποχωρημάτων του, με αποτέλεσμα να προσβάλλονται περισσότερο από το Ε. ceratoniae (Avidov and Harpaz 1969). Σε ορισμένες άλλες χώρες το Ε. ceratoniae άρχισε να γίνεται αξιόλογος εχθρός των ομφαλοφόρων πορτοκαλιών, στα οποία η προνύμφη μπαίνει κυρίως από τον ομφαλό, ή προσβάλλει κυρίως τον ομφαλό μειώνοντας την εμφάνιση και εμπορική αξία του πορτοκαλιού. Το έντομο όμως αυτό είναι έντομο κυρίως των ώριμων και αποθηκευμένων χαρουπιών και άλλων ξερών καρπών.
Σε καρύδια προέλευσης Καλιφόρνιας, βρέθηκε σχετικά πρόσφατα στην Ιταλία Ta το ParamYelois (AmyeloisJ transitella (Walker). Ανήκει στην ίδια οικογένεια και μοιάζει σε μορφή και συνήθειες με το Ε. ceratoniae. Οι πιθανότητες να έρθει και στη χώρα μας με το ίδιο μέσο, ή με άλλους καρπούς Ιταλικής προέλευσης είναι υπαρκτές.

ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
Στις αποθήκες, όπως για τα άλλα έντομα αποθήκης (βλ. Τζανακάκης 1980, Σταμόπουλος 1995). Στις χαρουπιές και αμυγδαλιές συνιστάται να μην αφήνουμε καρπούς στο δέντρο ή στο έδαφος μετά τη συγκομιδή. Σε εσπεριδοειδή οι Avidov και Harpaz (1969) συνιστούν ψεκασμούς με εντομοκτόνο πεπτικού συστήματος τους τελευταίους θερινούς μήνες.

Hyphantria cunea (Drury)
(Η. textor)
Οικογένεια Arctiidae

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ
Ακμαίο: Έχει άνοιγμα πτερύγων συνήθως 30-40 mm. Είναι κατάλευκο, με μακριές λευκές τρίχες στο σώμα και μπορεί να έχει ή όχι λίγα μικρά μαύρα στίγματα στην άνω και κάτω πλευρά των πτερύγων (Εικ. 351). Οι κεραίες είναι ασπρόμαυρες και η κοιλιά συχνά κίτρινη με μαύρα στίγματα στην άκρη και στα πλάγια. Κατά τον Keen (1952) μπορεί να υπάρχουν και πορτοκαλί κηλίδες στο σώμα και στα πόδια.
Αυγό: Σχεδόν σφαιρικό, λευκό, χρυσοκίτρινο, ή πρασινωπό, σε μεγάλες ομάδες (πλάκες) των 100 και άνω αυγών, συνήθως στην κάτω επιφάνεια των φύλλων (Essig, από Michelbacher and Ortega 1958). Το σύνολο ή το πλείστο των αυγών μιας ωοπλάκας και ιδιαίτερα τα αυγά της περιμέτρου μπορεί να είναι σκεπασμένα με αραιές ή πυκνές λευκές τρίχες ή λέπια από το σώμα της μητέρας.

Προνύμφες
Προνύμφη: Η αναπτυγμένη (τελευταίου σταδίου) έχει μήκος περίπου 25mm (κατ’ άλλους 30-40) και γενικό χρώμα ωχροκίτρινο, ωχρό καστανοκίτρινο, πρασινωπό, ή προς το τεφρό και σκεπάζεται με μακριές υπόλευκες τρίχες που φύονται σε μαύρα και πορτοκαλί τριχοφόρα φύματα. Συνήθως έχει από μία κίτρινη κατά μήκος γραμμή στα πλάγια και μία σκοτεινή μεσαία κατά μήκος των νώτων Χρυσσαλλίδα: Ανοιχτοκάστανη, μέσα σε κάστανό βομβύκιο.

ΞΕΝΙΣΤΕΣ
Είναι πολυφάγο. Προσβάλλει το φύλλωμα πολλών (άνω των 120) πλατύφυλλων δασικών, καλλωπιστικών και οπωροφόρων δέντρων και θάμνων. Αναφέρεται ως εχθρός της καρυδιάς, μουριάς, γιγαρτόκαρπων, πυρηνόκαρπων και άλλων οπωροφόρων δέντρων και της αμπέλου.

ΒΙΟΛΟΓΙΑ
Ενώ στην Καλιφόρνια και άλλες περιοχές της Β. Αμερικής απ’ όπου κατάγεται έχει μία γενεά το έτος (Michelbacher and Ortega 1958), στην Ιταλία και άλλες χώρες της Ευρώπης συμπληρώνει 2 γενεές, σε ορισμένες δε περιοχές της Γιουγκοσλαβίας και Ουγγαρίας παρατηρείται και μερική 3η γενεά (Zangheri et al. 1992). Διαχειμάζει ως νύμφη σε βομβύκιο, συνήθως κάτω από ξερούς φλοιούς ή άλλες προστατευμένες θέσεις του δέντρου, ή κάτω από ξερά φύλλα, ή στο έδαφος σε μικρό βάθος. Ενηλικιώνεται την άνοιξη. Τα ενήλικα τοποθετούν τα 500-1000 αυγά τους κυρίως στην κάτω επιφάνεια των φύλλων της κορυφής των βλαστών του έτους σε ομάδες (πλάκες) λίγων εκατοντάδων αυγών. Οι προνύμφες είναι φυλλοφάγες. Όσες βγουν από τα αυγά μιας ωοπλάκας ή γειτονικών ωοπλακών ζουν ομαδικά (αγελαία) μέσα σε φωλιά-καταφύγιο από μετάξινα νήματα που δημιουργούν γύρω από την κορυφή ενός συνήθως βλαστού και καταβροχθίζουν τα φύλλα που βρίσκονται μέσα στη φωλιά.
Οι νεαρές προνύμφες τρώνε την άνω πλευρά (παρέγχυμα) του φύλλου. Οι μεγαλύτερες καταβροχθίζουν ολόκληρα φύλλα, αφήνοντας το κύριο ή και λίγα δευτερεύοντα νεύρα. Όσο αναπτύσσονται επεκτείνουν τη φωλιά τους, που τελικά μπορεί να σκεπάσει ολόκληρο τον βλαστό του έτους ή και περισσότερους γειτονικούς βλαστούς και να αποκτήσει διαστάσεις ως 50 cm ή και μεγαλύτερες (Καϊλΐδης 1977).
Οι προνύμφες ζουν ομαδικά ως την τελευταία τους έκδυση. Μετά, στο τελευταίο στάδιο, ορισμένες (κατ’ άλλους όλες) εγκαταλείπουν τη φωλιά και ζουν ατομικά. Όταν συμπληρώσουν την ανάπτυξή τους εγκαταλείπουν τη φωλιά και νυμφώνονται, συχνά πολλές μαζί, η μια κοντά στην άλλη, στην κατάλληλη προφυλαγμένη θέση, αφού υφάνουν τα βομβύκιά τους (Michelbacher and Ortega 1958).
Στην κεντρική Ιταλία, τα ενήλικα της γενεάς που διαχειμάζει (2ης) παρατηρούνται κυρίως τον Μάϊο, τα αυγά της 1ης γενεάς από αρχές Μαΐου ως αρχές Ιουνίου, οι προνύμφες της 1ης γενεάς τον Ιούνιο και αρχές Ιουλίου, Οι νύμφες τον Ιούλιο και τα ενήλικα μέσα με τέλη Ιουλίου. Τα αυγά της 2ης γενεάς παρατηρούνται μέσα Ιουλίου με αρχές Αυγούστου, Οι προνύμφες τέλη Ιουλ[ου με τέλη Σεπτεμβρίου και οι νύμφες (που διαχειμάζουν) από αρχές Σεπτεμβρίου ως μέσα Μαΐου (Montermini and Oliva 1984).

ΖΗΜΙΕΣ
Ο βαθμός και η συχνότητα της ζημιάς ποικίλλει με την περιοχή και είναι σοβαρότερη από τη 2η γενεά του εντόμου. Ορισμένοι ευρωπαίοι συγγραφείς αναφέρουν το Η. cunea ως επικίνδυνο εχθρό των πλατύφυλλων δέντρων και θάμνων (Stanek 1969, Καϊλίδης 1977).

ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
Ως πρώτο μέτρο στις νέες για το έντομο αυτό περιοχές, πρέπει να είναι η εισαγωγή και εποικισμός αποτελεσματικών φυσικών του εχθρών από τη Β. Αμερική ή άλλες περιοχές. Σε μικρές εκτάσεις, η αφαίρεση, ή το κάψιμο με πυρσό, ή καταστροφή με άλλο τρόπο των φωλιών και των προνυμφών που περιέχουν, συνιστάται από ορισμένους συγγραφείς, ιδίως σε οπωροφόρα και καλλωπιστικά δέντρα. Σε μεγάλες εκτάσεις, όταν η πυκνότητα του νεαρού προνυμφικού πληθυσμού είναι μεγάλη και υπάρχει κίνδυνος σοβαρής αποφύλλωσης των δέντρων, συνίσταται ψεκασμός ή επίπαση με ένα εντομοκτόνο επαφής ή πεπτικού συστήματος. Καταλληλότερος χρόνος είναι αμέσως μετά την εκκόλαψη των προνυμφών της 1 ης γενεάς.